Λοιμώδης Περιτονίτιδα της Γάτας (FIP)

ΛΟΙΜΩΔΗΣ ΠΕΡΙΤΟΝΙΤΙΔΑ ΤΗΣ ΓΑΤΑΣ (FIP)

Η Λοιμώδης Περιτονίτιδα της Γάτας (FIP) προκαλείται από τον κορονοϊό της Γάτας (FCoV), ο οποίος και είναι ευρέως διαδεδομένος ανάμεσα στον πληθυσμό. Πρόκειται για RNA ιό και, όπως όλοι αυτής της κατηγορίας, είναι επιρρεπής σε μεταλλάξεις κατά την αντιγραφή του (υψηλά ποσοστά μετάλλαξης – 40.000 μεταλλαγές στη νουκλεοτιδική αλληλουχία του ιού ανά έτος)

Το μεγάλο μέγεθος του ιικού γονιδιώματος και η μη ύπαρξη επιδιορθωτικών μηχανισμών στον πολλαπλασιασμό του με τη δράση της πολυμεράσης, δικαιολογούν το αυξημένο ποσοστό μεταλλάξεων. Μολονότι οι περισσότερες εξ αυτών είναι σιωπηλές, ορισμένες δύναται να καταστήσουν τον ιό δυνητικά παθογόνο και να προκληθεί ασθένεια. Παρά το γεγονός ότι βιβλιογραφικά διατυπώνονται διαφορετικές απόψεις, τα εν λόγω στελέχη του ιού FCον μετονομάζονται σε FIPV (Pedersen, 2014)

Τρία γονίδια είναι υπεύθυνα για τη μετατροπή του Βιοτύπου του ιού. Το πλέον γνωστό και καλά μελετημένο είναι το γονίδιο που μεταφράζει την γλυκοπρωτείνη S (spike), που σχηματίζει τις προεκτάσεις της επιφάνειας του ιού, προσδίδει στους κορονοϊούς αντιγονικές ιδιότητες και σχετίζεται με τη σύνδεση και σύντηξη των ιών με τα κύτταρα-στόχους.

Μεταλλαγμένα στελέχη του FCoV, ικανά να προκαλέσουν FIP, πιθανότατα ενεργοποιούνται σε μεγάλο αριθμό κατά τη διάρκεια της αρχικής μόλυνσης, όταν τα επίπεδα της μεταγραφής του ιού είναι εξαιρετικά υψηλά. Όμως, μόνο ένα μικρό ποσοστό ζώων που έχουν εκτεθεί σε αυτά θα εμφανίσει κλινικά συμπτώματα, γεγονός που εξαρτάται από την ηλικία του ζώου, τη γενετική προδιάθεση, καθώς και ποικίλους παράγοντες καταπόνησης που δρουν ανοσοκατασταλτικά.

Η αποδεκτή μέθοδος για τον προσδιορισμό του τίτλου των ειδικών αντισωμάτων είναι ο έμμεσος ανοσοφθορισμός (IFA). Σημειώνεται όμως σημαντική διαφορά ανάμεσα στα εργαστήρια ανάλογη των κυτταρικών σειρών που χρησιμοποιούνται. Κάποια χρησιμοποιούν κυτταρικές σειρές χοίρου μολυσμένες με TGEV, ενώ άλλα κυτταρικές σειρές γάτας μολυσμένες με FCoVs type 1 και 2, με αποτέλεσμα να χρήζει ιδιαίτερης προσοχής τόσο η σύγκριση όσο και η ερμηνεία των αποτελεσμάτων. Τα μητρικά αντισώματα παρέχουν προστασία έως την ηλικία των 5 – 6 εβδομάδων και εν συνεχεία μειώνονται σε μη ανιχνεύσιμα επίπεδα.

Διαγνωστικές μοριακές τεχνικές χρησιμοποιούνται τις τελευταίες 2 δεκαετίες και βασίζονται στην απομόνωση του RNA-ιού από κόπρανα, προσβεβλημένους ιστούς και αίμα. Το πρόβλημα της επιμόλυνσης των προϊόντων της PCR, που απασχολεί κάθε εργαστήριο, αντιμετωπίζεται με τη εφαρμογή της real time RT-PCR, η οποία εμφανίζει υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα στην ανίχνευση – ποσοτικοποίηση του ιικού αντιγόνου. Η ορθότητα των αποτελεσμάτων επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες:

• Η συλλογή του δείγματος οφείλει να μεγιστοποιεί το ιικό φορτίο.
• Κάθε αναστολέας της PCR, ειδικότερα στα κόπρανα, πρέπει να αδρανοποιηθεί.
• Είναι σημαντικό όλα τα αντιδραστήρια να έχουν κατάλληλα σχεδιασθεί και διατηρηθεί σε ενεργό μορφή.
• Απαιτείται προσωπικό με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και αξιόπιστος εξοπλισμός.

Υψηλή θετική προγνωστική αξία έχει η απομόνωση FIPVs στο αίμα. Τέλος, υπάρχουν διάφορες μελέτες με τη χρήση πρωτοκόλλων real time RT-PCR που αφορούν τις μεταλλάξεις του γονιδιώματος των κορονοϊών. Οι πλέον ειδικές θεωρούνται δύο νουκλεοτιδικές μεταβολές στην περιοχή της γλυκοπρωτείνης S.

Ως έμμεσοι δείκτες για την προσέγγιση κλινικών περιστατικών λοιμώδους περιτονίτιδας χρησιμοποιούνται ο λόγος αλβουμίνης / σφαιρινών στον ορό του αίματος <0.8, η ύπαρξη πολυκλωνικής ή μονοκλωνικής γαμμαπάθειας και η αύξηση πρωτεϊνών οξείας φάσης στο πρωτεϊνογράφημα καθώς και τα υψηλά επίπεδα α-1-AGP > 1.500 μg/mL στον ορό.

Εργαστήρια:
Vet in Progress Plus
Υπηρεσία:
Ανοσολογία
Κατηγορία:
Λοιμώδης Περιτονίτιδα της Γάτας (FIP)